ξείνισσας

ξείνισσας
ξενίζω
receive
aor ind act 2nd sg (epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πόστος — η, ον, Α (ερωτ. αντων.) ποιος στη σειρά, ποιος ως προς την αριθμητική σειρά («πόστον δὴ ἔτος ἐστὶν ὅτε ξείνισσας ἐκεῖνον», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Η αντωνυμία σχηματίστηκε από αμάρτυρο αρχ. *ποσ(σ)οστός (< πόσος, πρβλ. πολλοστός) με συλλαβική… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”